Η «βιομηχανία» των
ανθρώπινων δικαιωμάτων
Patrick
Henningsen
( Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στον παρακάτω ιστότοπο, όπου
μπορεί να αναζητηθεί το πρωτότυπο. Αναδημοσιεύτηκε στον καναδικό εναλλακτικό
ιστότοπο Global Research,
από όπου και το διάβασα. Είναι ένα μακροσκελές άρθρο αλλά εξαιρετικά χρήσιμο
και επίκαιρο. Αξίζει να διαβαστεί για να αποκτήσουμε μια κριτική εικόνα της
πανσπερμίας των ΜΚΟ που είναι πανταχού παρούσες σε όλα τα θέατρα των διεθνών
συγκρούσεων ).
Μετάφραση
Φοίβος Αρβανίτης
https://www.ukcolumn.org/article/smart-power-human-rights-industrial-complex
Ανθρώπινα δικαιώματα
στη Δύση: το ερώτημα είναι αν η ρητορεία ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Εκ
πρώτης όψεως, η πολιτισμική αφήγηση φαίνεται ανεπίληπτη: φιλάνθρωποι
δισεκατομμυριούχοι, πεφωτισμένοι πολιτικοί και υπερεθνικά επιχειρηματικά
συγκροτήματα, μαζί με στρατιές υπαλλήλων και εθελοντών δουλεύουν όλοι μαζί στο
όνομα της κοινωνικής δικαιοσύνης, για έναν καλύτερο, δικαιότερο και πιο
υπεύθυνο κόσμο.
Η ιστορία διαβάζεται πολύ όμορφα και όμορφη θα έπρεπε να
είναι. Στο κάτω κάτω, ο 20ος αιώνας γνώρισε κατ΄εξακολούθηση την
ανικανότητα των κυβερνήσεων να κάμψουν και να αποτρέψουν κάποιες από τις
χειρότερες μορφές γενοκτονίας και εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας.
΄Εχει ανοίξει πια ο δρόμος ώστε πολλές φιλανθρωπικές
οργανώσεις και συλλογικότητες ανθρώπινων δικαιωμάτων να παίξουν μεγαλύτερο ρόλο
στην εξομάλυνση της διεθνούς πολιτικής. Εντούτοις, μια πιο αυστηρή έρευνα των
πραγμάτων θα μας δείξει ότι έχουμε να κάνουμε με μια απ΄τις πιο ατυχείς
πραγματικότητες της γεωπολιτικής του 21ου αιώνα. Παρότι πολλές
οργανώσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων εξακολουθούν να διαφημίζονται ως «ουδέτερες»
και «αμερόληπτες», η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Καθώς ο
σκεπτικισμός της κοινής γνώμης βρίσκεται στο ζενίθ, ο κίνδυνος είναι προφανής:
αν οι συγκρούσεις των συμφερόντων δεν αντιμετωπιστούν με σοβαρό τρόπο, υπάρχει
κίνδυνος να υπονομεύσουν την αξιοπιστία ολόκληρου του χώρου των Μη Κυβερνητικών
Οργανώσεων ( ΜΚΟ ) διεθνώς.
Ένα εμπόδιο στην ανάλυση αυτού του αγώνα για τη «διαχείριση
της αντίληψης» είναι ότι οι περισσότερες οργανώσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων και
βοήθειας στελεχώνονται και διευθύνονται από καλούς, εργατικούς και εξαιρετικά
σπουδασμένους ανθρώπους, πολλοί από τους οποίους διεκπεραιώνουν το ρόλο τους με
αλτρουιστικό πνεύμα και τις καλύτερες των προθέσεων. Στην πλειονότητα των
περιπτώσεων, πολλοί απ΄αυτούς ούτε γνωρίζουν ούτε ενδιαφέρονται να μάθουν ποιος
χρηματοδοτεί την οργάνωσή τους και τι μπορεί να σημαίνουν αυτές οι
χρηματοδοτικές εξαρτήσεις για τη στάση που θα τηρήσει η οργάνωσή τους σε μια
σειρά από γεωπολιτικά ζητήματα ή πολεμικές συγκρούσεις. Ασφαλώς είναι σίγουρο
ότι διαχρονικά η ειλικρινής και σταθερή προσήλωσή τους έχει βοηθήσει στην
απελευθέρωση αδίκως φυλακισμένων και έχει πετύχει την απονομή δικαιοσύνης σε
ανήμπορους και κατατρεγμένους. Είναι επίσης αληθινό ότι πολλές από τις ίδιες
αυτές οργανώσεις έχουν συμβάλει στη βελτίωση του επιπέδου συνείδησης για πολλά
σημαντικά κοινωνικά και περιβαλλοντικά ζητήματα.
Τα τελευταία χρόνια η αυξημένη χρηματοδότησή τους από
επιχειρηματικά συμφέροντα και οι άμεσες διασυνδέσεις τους με κυβερνήσεις και
οργανισμούς πολιτικού σχεδιασμού, τις έχει καταστήσει πιο πολιτικοποιημένες και
τις έχει φέρει πολύ πιο κοντά στους δυτικούς «παράγοντες επιρροής». Το αποτέλεσμα
είναι ότι μπορούμε πια να υποστηρίξουμε ότι, σε πολλά επίπεδα, αυτές οι
οργανώσεις «ανθρώπινων δικαιωμάτων» ενδέχεται να συμβάλλουν στην όξυνση του
ίδιου προβλήματος που εξ ορισμού και κατά δήλωσή τους αγωνίζονται να
κατευνάσουν: την πρόκληση μεγαλύτερου
πόνου, θανάτου και αστάθειας σε παγκόσμια κλίμακα, μέσω της από κοινού
διαφήμισης και εξωραϊσμού των στόχων της διεθνούς πολιτικής της Ουάσινγκτον,
του Λονδίνου, του Παρισιού και των Βρυξελών.
Η φύση του προβλήματος είναι συστημική και θεσμική ταυτόχρονα.
Το αποτέλεσμα είναι ότι πολλές από τις οργανώσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων του
δυτικού κόσμου, με έδρα τη Βόρεια Αμερική και την Ευρώπη, έχουν γίνει καθρέφτες
της δυτικής πολιτικής ατζέντας και πλυντήρια της αντίστοιχης επεμβατικής
προπαγάνδας.
Η συγγραφέας Στέφανι Μακμίλαν περιγράφει ως εξής το νέο ρόλο
των μη κυβερνητικών οργανώσεων στον 21ο αιώνα:
«Μαζί με τις στρατιωτικές εισβολές και τις ιεραποστολές, οι
ΜΚΟ συμβάλλουν ώστε να σπάσει το κέλυφος των χωρών σαν γινωμένο καρύδι,
στρώνοντας το δρόμο για την εντατικοποίηση της εκμετάλλευσης και της
λεηλασίας».
Οικοδομώντας τη
συναίνεση με υπεργολαβία
Η διαμόρφωση της αντίληψης και γνώμης του δυτικού κοινού στα
μείζονα διεθνή ζητήματα είναι θεμελιώδης για την υλοποίηση των στόχων της
εξωτερικής πολιτικής των παγκόσμιων δυνάμεων. Εύλογα λοιπόν βλέπουμε ότι πολλές
από τις δημόσιες απόψεις των ΜΚΟ ευθυγραμμίζονται απόλυτα με τη δυτική
εξωτερική πολιτική. Στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας στη δεκαετία του 90, οι
οργανώσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων υποστήριξαν το διαμελισμό της χώρας. Στην
Ουκρανία το 2014 και σε Συρία και Υεμένη το 2016 υποστηρίζουν την αλλαγή
καθεστώτος. Σε κάθε παρόμοια περίπτωση, οι ΜΚΟ λειτουργούν ως γραφείο δημοσίων
σχέσεων του δυτικού συνασπισμού χωρών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, δηλαδή
ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο και Γαλλία. Αυτή η ταύτιση περνάει μέσα από τα ανώτατα
κλιμάκια αυτών των οργανώσεων, όπου η ατζέντα της δράσης τους διαμορφώνεται
κατάλληλα χάρη σε επικερδή συγκοινωνούντα δοχεία ανάμεσα σ΄ένα καρτέλ δυτικών
ΜΚΟ, στις κυβερνήσεις και στα μίντια.
Καθώς οι δυτικές κυβερνήσεις εμπλέκονται όλο και περισσότερο
σε μακροχρόνιες πολεμικές συγκρούσεις ανά την υφήλιο, η ανάγκη να αναθέσουν την
ηθική τους δικαίωση σε ΜΚΟ γίνεται ολοένα και πιο επιτακτική. Η συνάφεια
ανάμεσα σ΄αυτές τις συμβιωτικές οντότητες είναι αναγκαία προκειμένου οι
κυβερνήσεις να διαμορφώνουν με επιτυχία τις γεωπολιτικές αφηγήσεις σύμφωνα με
τις οποίες οι διεθνείς οργανώσεις
ανθρώπινων δικαιωμάτων οργανώνουν τις δικές τους δημόσιες σχέσεις και τις
καμπάνιες συλλογής χρημάτων. Στο σύνολό τους, αυτά συγκλίνουν στη διαμόρφωση
μια εξαιρετικά αποδοτικής, εν τοις πράγμασι, συμμαχίας που μπορεί να
χαρακτηριστεί ως ένα είδος
«κυβερνο-μιντιο-ανθρωπιστικού» βιομηχανικού πλέγματος.
Πουθενά αλλού δεν είναι πιο έκδηλο αυτό το πλέγμα απ΄όσο
στην πολιτική των ΗΠΑ στη Συρία. Χαρακτηρίζοντας τον πόλεμο της Συρίας ( από το
2011 μέχρι σήμερα ) «εμφύλιο», τόσο τα δυτικά μίντια όσο και οι οργανώσεις
ανθρώπινων δικαιωμάτων έπαιξαν το ρόλο που τους αναλογεί στην ανάδειξη μιας
σημαντικής αφήγησης της δυτικής πολιτικής. Ανακριβής και στρεβλή, αυτή η
αφήγηση συνέβαλε στη θωράκιση του παράνομου αμερικανοκίνητου μισθοφορικού
πολέμου, που αφέθηκε να συνεχίζεται σχεδόν ανεμπόδιστος πάνω από την
αφηγηματική ομπρέλα της αντίληψης της δυτικής κοινής γνώμης. Για τον μέσο
αμερικανό, η πραγματικότητα της Συρίας – αν μπορούσε να την μάθει – θα
υπερέβαινε τις αντοχές του – ένας ανταρτοπόλεμος με τη στήριξη των ΗΠΑ, όπου η
Ουάσινγκτον και η ΄Αγκυρα, μαζί με το ΝΑΤΟ και το Συμβούλιο Συνεργασίας των
Χωρών του Κόλπου, πλημμυρίζουν την Τουρκία και τη Συρία με όπλα, χρήμα,
εξοπλισμό πάσης φύσεως, ομάδες μέσων κοινωνικής δικτύωσης, στρατιωτικούς
εκπαιδευτές και ξένους πολεμιστές που προέρχονται μέχρι και από το Πακιστάν.
Υπ΄αυτό το πρίσμα, δεν μένει σχεδόν τίποτα το «εμφύλιο» στον πόλεμο της Συρίας.
Η Βιομηχανία των
Ανθρώπινων Δικαιωμάτων
Αυτό που κάποτε τον 20
ο αιώνα ήταν ένα αναδυόμενο
προοδευτικό διεθνές κίνημα, έχει εξελιχτεί από τότε σε έναν διεθνοποιημένο
τριτογενή τομέα υπηρεσιών με τζίρους δισεκατομμυρίων δολαρίων – όπου
δραστηριοποιούνται τα κορυφαία πολυεθνικά επιχειρηματικά συγκροτήματα.
Επικεφαλής σ΄αυτό τον εντυπωσιακό λαβύρινθο βρίσκονται οργανώσεις όπως η
Διεθνής Αμνηστία, το Παρατηρητήριο Ανθρώπινων Δικαιωμάτων (
HRW ) και η Παγκόσμια Κίνηση Ανθρώπινων
Δικαιωμάτων (
World Wide Human Rights Movement
–
FIDH ). ΄Ολοι αυτοί
οι οργανισμοί έχουν αναπτύξει ισχυρές απευθείας συνδέσεις με κεντρικές
κυβερνήσεις και – ίσως το πιο εντυπωσιακό – με την καρδιά του
στρατιωτικο-βιομηχανικού πλέγματος. Κάτω από το ασφαλές κάλυμμα της επίσημης
ετικέτας «φιλανθρωπική οργάνωση», πολλά απ΄αυτά τα μορφώματα προωθούν μια
πολιτική ατζέντα και χρησιμεύουν ως γραφεία δημοσίων σχέσεων για τους
επερχόμενους στρατιωτικούς σχεδιασμούς των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ (
effectively serve as public relations outlets ).
Η δουλειά του
βιομηχανικού πλέγματος πίσω από το δημόσιο πρόσωπο των ανθρώπινων δικαιωμάτων
είναι άλλο ένα βασικό συστατικό που συμβάλλει στη διαμόρφωση της γεωπολιτικής
ατζέντας. Τα επιτελεία των δυτικών κυβερνητικών δυνάμεων είναι ο Λευκός Οίκος
και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Η ουσιαστική δουλειά ωστόσο γίνεται πίσω από την
πολιτική πρόσοψη. Από μυριάδες «δεξαμενές σκέψης» που αποτελούν μια ανεπίσημη,
ακαδημαϊκού τύπου, δομή υποστήριξης του πολιτικού σχεδιασμού και διατυπώνουν
μεγαλεπήβολες στρατηγικές και άλλες μεγάλες ιδέες (
rolling out grand strategies and other big ideas ). Μερικά από τα πιο αναγνωρίσιμα ονόματα του
χώρου είναι το Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων (
CFR ), το Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών
Μελετών (
CSIS ), το
Ινστιτούτο
Brookings, το
Ίδρυμα
Heritage, το
American Enterprise Insitute (
ΑΕΙ ) και το
Foreign Policy Initiative.
Αυτές οι δεξαμενές σκέψης και ιδρύματα χαρακτηρίζονται επίσης «πολιτικοί μύλοι»,
λόγω της ικανότητάς τους να παράγουν τόμους ολόκληρους από «λευκές βίβλους»
πολιτικής, έρευνες και μελέτες στρατηγικής, τις οποίες διακινούν μέσω των
διαφόρων περιοδικών εκδόσεων του χώρου και παρουσιάζουν σε συνδιασκέψεις και
άλλα δημόσια ιβέντς στην Ουάσινγκτον και στην Νέα Υόρκη. Κάποιες απ΄αυτές τις
δεξαμενές, όπως η Επιτροπή για την Ειρήνη και την Ασφάλεια στον ( Περσικό ) Κόλπο (
like the Committee for Peace and Security in the Gulf ), συστάθηκαν τη δεκαετία του 90 για να
προωθήσουν συγκεκριμένους στόχους εξωτερικής πολιτικής – όπως η έναρξη του
πολέμου στο Ιράκ. ΄Οπου βλέπουμε πόλεμο, θα βρούμε σίγουρα μια δεξαμενή σκέψης
που συνηγορεί υπέρ του.
Τα αχνάρια του
χρήματος ή follow the money
Για να βρούμε το κοινό νήμα που δένει όλες αυτές τις πηγές
σκέψης, τα ιδρύματα και τις οργανώσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων, το μόνο που
χρειάζεται, είναι να ακολουθήσουμε τα ίχνη του χρήματος.
Πολλά απ΄αυτά τα μορφώματα παίρνουν μεγάλο τμήμα της
χρηματοδότησής τους από τις ίδιες πηγές – τις πολυεθνικές επιχειρήσεις. ΄Ενας
από τους μεγαλύτερους χορηγούς ετήσιας χρηματοδότησης των οργανώσεων ανθρώπινων
δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένης της
HRW, είναι ο δισεκατομμυριούχος της Γουόλ Στριτ Τζορτζ Σόρος,
μέσω της δικής του ΜΚΟ,
Open Society Insitute
(
through his NGO the Open Society Institute ). ΄Αλλες οργανώσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων,
όπως η
FIDH η οποία
συναπαρτίζεται από κάπου 178 οργανώσεις από 120 χώρες, χρηματοδοτείται από το
Στέιτ Ντιπάρτμεντ μέσω του Εθνικού Κληροδοτήματος για τη Δημοκρατία (
National Endowment for Democracy,
NED,
National Endowment for Democracy
). Εδώ έχουμε άμεση οικονομική ροή μέσω ενός δικτύου που συνδέει δυτικές
κυβερνήσεις, ΜΚΟ και φιλανθρωπικές οργανώσεις.
Μπορούμε να ισχυριστούμε, χωρίς να πέφτουμε έξω, ότι αυτό το
πλέγμα εγγυάται ότι το «προϊόν», οι ιδέες και τα μηνύματα μάρκετινγκ του κάθε
σκέλους μιας καμπάνιας ανθρώπινων δικαιωμάτων συμμορφώνονται με τη γλώσσα και
τους στόχους της δυτικής εξωτερικής πολιτικής.
Τα συγκοινωνούντα
δοχεία της Ουάσινγκτον
Είναι κοινό μυστικό ότι υπάρχουν συγκοινωνούντα δοχεία
ανάμεσα στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ και σε πολλές από τις μεγαλύτερες οργανώσεις
ανθρώπινων δικαιωμάτων του δυτικού κόσμου. Αυτή η σχέση περιγράφεται ανάγλυφα
σ΄ένα δημοσίευμα του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων (
CFR, εκδίδει το περιοδικό
Foreign Affairs,
this CFR policy paper
), το οποίο γράφει:
«Για να μεταβούμε από μια άμορφη αντιπολίτευση σε ένα
δραστικό και αποτελεσματικό όραμα, οι προοδευτικοί πολιτικοί πρέπει να
στηριχτούν στη μεγάλη βάση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής τον εικοστό
αιώνα: το φιλελεύθερο διεθνισμό ο οποίος διακηρύσσει ότι ένα παγκόσμιο σύστημα
σταθερών φιλελεύθερων δημοκρατιών θα είναι λιγότερο επιρρεπές σε πόλεμο…
Σύμφωνα μ΄αυτή τη θεώρηση, η Ουάσινγκτον θα πρέπει να αναλάβει έναν πειστικό
ηγετικό ρόλο – διπλωματικό, οικονομικό και εξίσου στρατιωτικό – για να
προαγάγει ένα ευρύ φάσμα επιδιώξεων και στόχων: αυτοδιάθεση, ανθρώπινα
δικαιώματα, ελεύθερο εμπόριο, κράτος δικαίου, οικονομική ανάπτυξη, και την
απομόνωση και εξόντωση δικτατόρων και την εξάλειψη των όπλων μαζικής
καταστροφής ( WMD ).»
Αν τοποθετήσουμε αυτή την παράγραφο μέσα στα «συμφραζόμενα»
του συριακού πολέμου, μας αποκαλύπτει τη σκοτεινή εικόνα του πώς δουλεύει η Ουάσινγκτον.
΄Εχει γραφτεί από την Σουζάν Νόσελ, μια από τις πιο προβεβλημένες
προσωπικότητες των ανθρωπιστικών δράσεων, η οποία κατάφερε να μεταπηδήσει
ανεμπόδιστα από το πόστο της Αναπληρώτριας Βοηθού Υπουργού αρμόδιας για τους
Διεθνείς Οργανισμούς του Στέιτ Ντιπάρτμεντ – απευθείας σε θέση διευθύνουσας
συμβούλου στη Διεθνή Αμνηστία των ΗΠΑ, το 2012. Πριν από τη θητεία της στο
Στέιτ Ντιπάρτμεντ, η κυρία Νόσελ υπηρέτησε ως επικεφαλής εκτελεστικό στέλεχος
στο Παρατηρητήριο Ανθρώπινων Δικαιωμάτων ( Human Rights Watch, HRW
), αντιπρόεδρος για θέματα στρατηγικής και επιχειρήσεων στη Wall Street Journal, και σύμβουλος σε
θέματα μέσων ενημέρωσης και επικοινωνίας στη νομική εταιρεία McKinsey & Company, που είναι μεταξύ των ιδρυτικών
εταίρων του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων.
Εδώ βλέπουμε μια σύνοψη δημόσιων σχέσεων, σε συνδυασμό με
σταθερές διασυνδέσεις με τον πυρήνα της εξωτερικής πολιτικής της Ουάσινγκτον.
Αυτό σε μια εποχή όπου έθνη-κράτη της Μέσης Ανατολής, όπως η Λιβύη και η Συρία,
βρίσκονταν στη μέγγενη μιας διεθνούς πίεσης υπό την ηγεσία της Ουάσινγκτον, για
να αναγκαστούν να γονατίσουν. Η προβολή και διάδοση της αφήγησης που ευνοεί η
Ουάσινγκτον είναι κεφαλαιώδης γι΄αυτό το πολύπλευρο εγχείρημα, και η Νόσελ θα
έπρεπε να αποτελεί σημαντική «γέφυρα» για τη μετάδοση και διεθνή εξάπλωση του
μηνύματος της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής μέσω μιας κορυφαίας ΜΚΟ όπως η
Διεθνής Αμνηστία.
Την ίδια περίπου εποχή, η Διεθνής Αμνηστία ΗΠΑ λανσάρισε μια
καινούργια εκστρατεία δημόσιων σχέσεων με ακροατήριο τη γενιά της χιλιετίας, η
οποία προωθούσε την εξής γεωπολιτική αφήγηση: «ΟΧΙ ΑΛΛΑ ΠΡΟΣΧΗΜΑΤΑ: η Ρωσία
έβαλε βέτο σε δύο αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και συνεχίζει
ασταμάτητα να προσφέρει όπλα, προκαλώντας ακόμα περισσότερη βία.» (
holding up
signs )
Αυτή η ψηφιακή και έντυπη καμπάνια στηρίχτηκε με
συγκεντρώσεις και άλλα δρώμενα, που χρησιμοποιήθηκαν για να προωθηθεί η
αντιρωσική και αντισυριακή επιχείρηση δημόσιων σχέσεων. Σε ένα τέτοιο «ιβέντ»
το 2012 έχουμε νεαρούς μαθητές στο Νεπάλ να κρατάνε πανό που γράφουν: «Ρωσία:
Πάψε να μεταφέρεις όπλα στη Συρία!». Κοιτάζοντας το αντίγραφο αυτής της φράσης
στις πολιτικές κατευθύνσεις του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, είναι εύκολο να δούμε ότι το
συγκεκριμένο πιασάρικο σύνθημα είχε ελάχιστη σχέση με τα ανθρώπινα δικαιώματα
αλλά μπορούσε άνετα να θεωρηθεί ως προσπάθεια γεωπολιτικής απομόνωσης των
κυβερνήσεων της Ρωσίας και της Συρίας.
Η αλήθεια είναι ότι η αφήγηση της Δ. Αμνηστίας αποτελούσε
πλήρη αντιστροφή: ενώ επιχειρούσε να ρίξει στη Ρωσία την ευθύνη για την ένταση
και εξάπλωση της βίας στη Συρία, η χώρα κατακλυζόταν από δεκάδες χιλιάδες
ξένους τρομοκράτες, από λαθραίο οπλισμό, ανθρώπους της
CIA και άλλα πιόνια των ξένων, στο
πλαίσιο του ευρύτερου αμερικανοκεντρικού συνασπισμού που κάνει τον πόλεμο. (
as part of
the wider US-led Coalition )
‘Ηπια Ισχύς εναντίον Ευφυούς Ισχύος
Στο πλαίσιο των διεθνών πολιτικών επιδιώξεών της, η Δύση
εξακολουθεί να χρειάζεται την υποστήριξη της κοινής γνώμης για κάθε στρατιωτική
δράση. Ενώ η κοινή γνώμη είναι κάθε άλλο παρά σοφή, αλλά τυφλωμένη από την
ομίχλη των μέσων μαζικής επικοινωνίας και διαρκώς βομβαρδίζεται με ψευδο-ηθικά
προτάγματα και σενάρια τύπου «ωρολογιακή βόμβα», που απαιτούν να «δράσουμε
αμέσως για να σώσουμε ζωές αθώων» - οι πράκτορες της ήπιας ισχύος έχουν
προσφέρει την κρίσιμη επικοινωνιακή γέφυρα για τις περισσότερες στρατιωτικές
επεμβάσεις.
Στην ετικέτα «’Ηπια Ισχύς» υπάγονται τόσο τα μίντια όσο και
οι ΜΚΟ, και αυτό το πλέγμα είναι εκείνο που προσφέρει το κατάλληλο υπόστρωμα
πάνω το οποίο στηρίζονται άνετα τα εύηχα εγχειρήματα εξωτερικής πολιτικής, όπως
οι «ανθρωπιστικές επεμβάσεις» και η Ευθύνη να Προστατεύουμε (
responsibility to protect,
R2
R,
Responsibility to Protect ), και να περνάνε στο δυτικό πολιτικό λόγο.
Στην πραγματικότητα, αυτά τα εγχειρήματα είναι κάθε άλλο παρά ήπια και,
ελλείψει κήρυξης πολέμου ανάμεσα σε κράτη, η πολιτική αυτή αποτελεί την αιχμή
του ιμπεριαλιστικού δόρατος. Αν ρωτήσουμε οποιονδήποτε από τα εκατομμύρια
κατοίκους της Μέσης Ανατολής, που είναι οι αποδέκτες των πρόσφατων ανθρωπιστικών
επεμβάσεων θα μας πουν ότι δεν είναι
καθόλου ήπιες – ειδικά οι λαοί που ζουν στη Λιβύη, τη Συρία, την Υεμένη, την
πρώην Γιουγκοσλαβία και το Ιράκ.
Στα ενδότερα του αμερικανικού ιερατείου, η «ήπια ισχύς» έχει
δώσει τη θέση της στην Ευφυή Ισχύ. Η Σουζάν Νόσελ ήταν εκείνη που επινόησε τον
όρο «Ευφυής Ισχύς» (
who coined the term “Smart Power” ) όσο εργαζόταν πλάι σε
ανθρωπιστικά γεράκια (
working alongside ) σαν τη Χίλαρι Κλίντον, τη Σαμάνθα Πάουερ και
τη Σουζάν Ράις, αλλά και με το λιγότερο γνωστό Συμβούλιο για την Πρόληψη
Ωμοτήτων (
Atrocity Prevention Board ). ΄Ολη
αυτή η ομάδα «προμοτάρισε» με επιτυχία τη νέα γκάμα των επεμβατικών απόψεων,
συμπεριλαμβανομένων των ανθρωπιστικών επεμβάσεων και της Ευθύνης να
Προστατεύουμε.
Στην εποχή των επαγγελματικά σκηνοθετούμενων χρωματιστών
επαναστάσεων και «αραβικών ανοίξεων», και των πολέμων δι΄αντιπροσώπων και
μετωπικών οργανώσεων, οι πολυεπαινούμενες οργανώσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων πρέπει
να αναγνωρίσουν ότι υπάρχουν έθνη-κράτη και κυβερνήσεις που δεν λατρεύουν το
σημερινό κόσμο και που μάχονται κυριολεκτικά για την επιβίωσή τους. Οι
κυβερνήσεις που βρίσκονται κάτω από το ανελέητο και συνεχές σφυροκόπημα της
Δύσης δεν έχουν πάντα την πολυτέλεια να λύνουν «πολιτισμένα» τις εσωτερικές
τους συγκρούσεις ή να καταστέλλουν τα τρομοκρατικά αντάρτικα σύμφωνα με τους
κοινά αποδεκτούς κανόνες της νομιμότητας. Αν μάλιστα αυτοί οι τρομοκράτες
συμβαίνει να στηρίζονται από τη Δύση ή τις πετρομοναρχίες του Κόλπου, τότε η
κατάσταση γίνεται ακόμα πιο κρίσιμη. Συνάμα είναι παγκοίνως γνωστό ότι ούτε οι
Ηνωμένες Πολιτείες ούτε οι νατοϊκοί τους σύμμαχοι ούτε το Ισραήλ επιδεικνύουν
κανένα σεβασμό προς τα διεθνή νόμιμα όταν πρόκειται για τα θύματα των παράπλευρων
απωλειών ή των παρατεταμένων «ανθρωπιστικών επεμβάσεών» τους.
«Πράκτορες της
Αλλαγής» και Απεύθυνση στο Θυμικό
Σήμερα πια είναι τεκμηριωμένο (
a well-documented fact ) ότι η
CIA και οι υπηρεσίες πληροφοριών του Πενταγώνου έχουν
χρησιμοποιήσει μια σειρά από φιλανθρωπικές, εθελοντικές αλλά και ιεραποστολικές
οργανώσεις (
religious missionary organisations ) ως μετωπικά σχήματα για κατασκοπία και
προώθηση στόχων της εξωτερικής πολιτικής. Ωστόσο τα τελευταία χρόνια, υπό το
λάβαρο των «ανθρώπινων δικαιωμάτων», οι ΗΠΑ έχουν αναπτύξει νέες, πρωτότυπες
μεθόδους για τη συλλογή πληροφοριών και την επέκταση της στρατιωτικής τους
παρουσίας σε νέες χώρες. Για να πετύχουν αυτούς τους στόχους, οι δυτικές
κυβερνήσεις στρατολογούν «πράκτορες της αλλαγής».
Το καλύτερο παράδειγμα για το πώς μια οργάνωση ανθρώπινων
δικαιωμάτων μπορεί να γίνει αιχμηρό εργαλείο εξωτερικής πολιτικής είναι η
Υπόθεση Κόνι 2012. Μια ιστορία που το
Atlantic Magazine έχει χαρακτηρίσει ως
βιντεο-καμπάνια που «ενδυναμώνει την επικίνδυνη, προαιώνια ιδέα ότι οι
Αφρικανοί είναι ανήμποροι και ότι οι ιδεαλιστές Δυτικοί οφείλουν να τους
σώσουν». ‘Όπως συμβαίνει με τις καμπάνιες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που
εξαπλώνονται αστραπιαία, η υπόθεση Κόνι 2012 (
Kony 2012 ) δημιούργησε ένα νέο
πρότυπο ταχύτητας και αποτελεσματικότητας όσον αφορά τη διείσδυση στην αγορά
της δυτικής νεολαίας. Αυτό το εγχείρημα δεν πραγματοποιήθηκε χωρίς βοήθεια από
τα συστημικά μέγα-μέσα ενημέρωσης στις ΗΠΑ και την αμερικανική κυβέρνηση.
Εδώ η ήπια ισχύς εφαρμόστηκε για να παραχθεί κοινή συναίνεση
μέσω μιας συγκινησιακά φορτισμένης έκκλησης, που αποδείχτηκε τελικά ότι ήταν
χονδροειδής διαστρέβλωση της πραγματικότητας. Σ΄αυτή την περίπτωση, ο εχθρός
ήταν ο εξωπραγματικός πολέμαρχος Τζόζεφ Κόνι, αρχηγός του Στρατού Αντίστασης
του Κυρίου. Σύμφωνα με την καμπάνια, αν ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών
έστελνε μια στρατιωτική δύναμη να «βρει τον Κόνι», τότε θα σωζόταν πλήθος
παιδιών.
Το μόνο πρόβλημα μ΄αυτή την αφήγηση ήταν ότι κανείς δεν είχε
δει τον Κόνι τα έξι προηγούμενα χρόνια (
in over 6 years ) και πάμπολλες φήμες έλεγαν ότι ίσως είχε
πεθάνει κάποια χρόνια πριν. Ωστόσο αυτό δεν ανέστειλε την καμπάνια και οι
οργανωτές συνέχισαν τη δουλειά τους και συγκέντρωσαν εκατομμύρια όσο κράτησε. Η
οργάνωση ανθρώπινων δικαιωμάτων που πρωτοστάτησε στο πρότζεκτ, η
Invisible Children, σχεδίασε την
καμπάνια της και τον έρανο στοχεύοντας σε ανήλικους αμερικανούς μαθητές,
φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να στρατολογήσει κάποιους απ΄αυτούς για να
δουλέψουν στον έρανό της. Στο τέλος το πρότζεκτ κατέρρευσε αλλά ο απώτερος
στόχος είχε επιτευχθεί: να κορυφωθεί με μια επιτυχημένη εκδήλωση δημόσιων
σχέσεων και φωτογράφηση στο Λευκό Οίκο. Με την κάλυψη της μιντιακής καμπάνιας
του 2012, ο πρόεδρος Ομπάμα έστειλε αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις στην
Ουγκάντα (
US military assets to Uganda ) εν είδει επέκτασης των επιχειρήσεων της
Αμερικανικής Στρατιωτικής Διοίκησης (
US AFRICOM ) στην Αφρική (
US AFRICOM operations in Africa ).
Κλεισμένοι μέσα στο δικό τους ελεγχόμενο ιδεολογικό
περιβάλλον, όπου κάθε απόφαση είναι ένα εν δυνάμει τετελεσμένο, οι άνθρωποι των
δυτικών μέσων ενημέρωσης και οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι καταφεύγουν
συστηματικά στη «βιομηχανία» των ανθρώπινων δικαιωμάτων για να τους δώσει την
ηθική κάλυψη του είναι αναγκαία για κάθε στόχο της εξωτερικής πολιτικής. Η ίδια
τακτική επαναλαμβάνεται και από τον ΟΗΕ, που συχνά αναφέρεται στις ίδιες
στατιστικές και εκθέσεις που χρησιμοποιεί η Ουάσινγκτον για να υποστηρίζει τις
κινήσεις της εξωτερικής πολιτικής της.
Υπάρχει ένα μοντέλο εντυπωσιακών αλλά αναληθών αφηγήσεων που
επιτρέπουν τη δημόσια αποδοχή των στρατιωτικών επεμβάσεων των ΗΠΑ και της Δύσης
γενικότερα σε διάφορες χώρες ανά τον κόσμο. Στον Πρώτο Πόλεμο του Κόλπου
υπήρχαν αναφορές που έλεγαν ότι ιρακινοί στρατιώτες έκλεβαν θερμοκοιτίδες από
το Κουβέιτ και άφηναν τα νεογέννητα να πεθάνουν στο κρύο πάτωμα. Με βάση τη
μαρτυρία ενός γιατρού της Ερυθράς Ημισελήνου, η Διεθνής Αμνηστία «επαλήθευσε»
αυτούς τους ψευδείς ισχυρισμούς. Δέκα χρόνια αργότερα υπήρχαν αναφορές που
μιλούσαν για «κίτρινο μείγμα ουρανίου» που κατευθυνόταν στο Ιράκ για την
παραγωγή όπλων μαζικής καταστροφής. Άλλη μια δεκαετία αργότερα, υπήρξαν άλλες
αφηγήσεις που μιλούσαν για Λίβυους στρατιώτες ντοπαρισμένους με βιάγκρα που
βίαζαν γυναίκες κατά την προέλασή τους. Το 2012, ο ανταποκριτής του NBC Ρίτσαρντ
΄Εντζελ υποτίθεται ότι απήχθη από φιλοκυβερνητικούς σύρους πολιτοφύλακες αλλά
για καλή του τύχη ελευθερώθηκε από αντικαθεστωτικούς μαχητές, του «Ελεύθερου
Συριακού Στρατού». Αποδείχτηκε αργότερα ότι όλα αυτά ήταν ψέματα και
χαλκευμένες ειδήσεις. Κοινός στόχος σε όλες τις περιπτώσεις ήταν η χειραγώγηση
της κοινής γνώμης, πράγμα που επιτεύχθηκε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Παρά τις
συχνά καταστροφικές επιπτώσεις αυτών των κινήσεων, κανείς από τους δράστες δεν
τιμωρήθηκε ούτε πλήρωσε κάποιο τίμημα.
Παράξενα φιλαράκια:
ΝΑΤΟ, Αμνηστία, Παρατηρητήριο Ανθρώπινων Δικαιωμάτων.
Δεν είναι συμπτωματικό ότι όλα τα μέτωπα της εξωτερικής
πολιτικής στα οποία έχει δώσει προτεραιότητα το Στέιτ Ντιπάρτμεντ αντιστοιχούν
σαν πιστή αντανάκλαση τις προτεραιότητες του αμερικανικού τμήματος της Διεθνούς
Αμνηστίας. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ από κοινού με τον Πεντάγωνο αξιοποιούν ζητήματα
κοινωνικής δικαιοσύνης για να προωθήσουν στόχους εξωτερικής πολιτικής. Το πιο
προβεβλημένο απ΄αυτά είναι η πολιτική για την ισότητα των φύλων, που
παρουσιάζεται υπό το πρίσμα των «δικαιωμάτων των γυναικών». Προβάλλοντας και
αναδεικνύοντας αυτό το θέμα σε μια μη φιλική χώρα, οι δυτικοί πολεμικοί
σχεδιαστές μπορούν πολύ γρήγορα να ανοίξουν ένα σημαντικό προπαγανδιστικό
μέτωπο στο χώρο της εξωτερικής πολιτικής.
Το 2012, η Διεθνής Αμνηστία ΗΠΑ διεξήγαγε σε όλη τη χώρα μια
καμπάνια με γιγαντοαφίσες που απεικόνιζαν Αφγανές γυναίκες και παιδιά, υπό το
σύνθημα: «ΝΑΤΟ: Στήριξε τη Συνέχιση της Προόδου» (
NATO:
Keep the Progress Going ). Εύλογα, την ίδια εκείνη στιγμή,
τα δυτικά μίντια άρχισαν να χαρακτηρίζουν τις πολεμικές επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ στο
Αφγανιστάν ως «τον πρώτο φεμινιστικό πόλεμο.» (
the first feminist war ).Εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα παράδειγμα μιας
σχεδόν τέλεια οργανωμένης καμπάνιας μάρκετινγκ η οποία έδενε όλα τα πλοκάμια
του επεμβατικού δικτύου – το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, το Πεντάγωνο, τα συστημικά μέσα
ενημέρωσης και τη Διεθνή Αμνηστία. Την αφετηρία αυτής της κυνικής απόπειρας
χειραγώγησης της κοινής γνώμης από τη Διεθνή Αμνηστία για λογαριασμό του
Πενταγώνου και των Βρυξελών μπορούμε να τη βρούμε σε ένα από τα αφεντικά της
Αμνηστίας, την πρώην αμερικανίδα υπουργό εξωτερικών Μαντλίν Ολμπράιτ, η οποία
τη δεκαετία του 90 έκανε την περίφημη δήλωση (
famously remarked ): «Πιστεύουμε ότι άξιζε τον κόπο»,
αναφερόμενη στο θάνατο μισού εκατομμυρίου ιρακινών παιδιών ως αποτέλεσμα των
καταστροφικών αμερικανικών οικονομικών κυρώσεων.
Στις αρχές του 2015, ο Κεν Ροθ, διευθυντής του
Παρατηρητηρίου Ανθρώπινων Δικαιωμάτων (
HRW ), ανέβασε στο τουϊτερ (
tweeted out an aerial image ) μια αεροφωτογραφία, υποτίθεται από τη Συρία,
που έδειχνε μια ερειπωμένη συνοικία, με την εξής περιγραφή: «μια ματιά από ψηλά
του τι προκάλεσαν στο Χαλέπι οι βόμβες-βαρέλια του Άσαντ.» Αποδείχτηκε ότι το
τουίτ του Ροθ ήταν πλαστογραφία. Η φωτογραφία που χρησιμοποίησε ήταν τραβηγμένη
στη Γάζα το προηγούμενο καλοκαίρι και έδειχνε την καταστροφή των παλαιστινιακών
συνοικιών από τον ισραηλινό στρατό. Αυτό είναι ένα ακόμα παράδειγμα της χυδαίας
προπαγάνδας που διακινεί μια προβεβλημένη οργάνωση ανθρώπινων δικαιωμάτων –
στημένη για να δαιμονοποιήσει την κυβέρνηση μιας χώρας που πασχίζουν να
ανατρέψουν οι σχεδιαστές συνόρων και χαρτών της Ουάσινγκτον. Μετά ταύτα δεν
αποτελεί έκπληξη ότι το
HRW
τοποθέτησε τον πράκτορα της
CIA Μιγκέλ Ντίαζ στη συμβουλευτική επιτροπή της οργάνωσης (
to serve on its advisory board ) ή ότι ο
Χαβιέρ Σολάνα, πρώην γ.γ. του ΝΑΤΟ και αρχιτέκτονας του βομβαρδισμού της
Γιουγκοσλαβίας το 1999 ( σ΄έναν πόλεμο που το ίδιο το
HRW καταδίκασε το 2000 ), υπηρετεί στο
διοικητικό συμβούλιο της οργάνωσης.
Αν εξαιρέσουμε το επιδέξιο μάρκετινγκ και την υποστήριξη από
διάφορες διασημότητες, σήμερα το
HRW δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα προπαγανδιστικό απομεινάρι
του Ψυχρού Πολέμου, το οποίο μετασκευάστηκε για να υπηρετήσει την ατλαντική
γεωπολιτική ατζέντα του 21
ου αιώνα. ‘Όπως λέει ο
Keane Bhat (
According to Washington DC-based transparency advocate Keane Bhatt ), ακτιβιστής για θέματα διαφάνειας με έδρα
την Ουάσινγκτον, «το
HRW
ονομαζόταν αρχικά Παρατηρητήριο του Ελσίνκι. Δημιουργήθηκε το 1978, μεσούντος
του Ψυχρού Πολέμου, για να κοσκινίζει και να επικρίνει τα εγκλήματα που
διέπραττε η ΕΣΣΔ και οι σύμμαχοί της. Αυτή η ψυχροπολεμική ιδεολογία επηρέασε
επί μακρόν τις προτεραιότητες και τα θέματα που υπερασπίζεται το
HRW”.
Το συριακό
καλειδοσκόπιο των ΜΚΟ
‘Ένα από τα πιο εξωφρενικά παραδείγματα χρησιμοποίησης μιας
ΜΚΟ για να ενισχύσει την αμερικανόπνευστη γεωπολιτική αφήγηση, είναι το Συριακό
Παρατηρητήριο Ανθρώπινων Δικαιωμάτων ( SOHR ), που δημιουργήθηκε το 2006. Πίσω από το βαρύγδουπο τίτλο,
αυτή η «οργάνωση» είναι στην ουσία ένας μονοπρόσωπος ρόλος που μέχρι πρόσφατα
«παιζόταν» σε ένα δυάρι διαμέρισμα στο Κόβεντρι της Αγγλίας. Το SOHR διευθύνεται από έναν
σύρο αντικαθεστωτικό ονόματι Οσάμα Αλί Σουλεϊμάν, γνωστό στα μίντια ως «Ράχμι
Αμντούλ Ραχμάν». Το SOHR έχει συμβάλει τα μέγιστα στη διαμόρφωση της αφήγησης των πιο
σημαντικών «επιτόπιων γεγονότων» για λογαριασμό του άξονα
Ουάσινγκτον-Παρίσι-Λονδίνο, που επιζητεί την ανατροπή της κυβέρνησης της
Δαμασκού μέσω της σταθερής πολιτικής «αλλαγής καθεστώτος» στη Συρία. Όταν
πρόκειται για «επίσημους» αριθμούς νεκρών στη Συρία, όλα σχεδόν τα συστημικά
ρεπορτάζ σε Αμερική και Ευρώπη χρησιμοποιούν ως πηγή το Συριακό Παρατηρητήριο
χωρίς καν να διανοούνται να ελέγξουν την ακρίβεια ή την αξιοπιστία των αριθμών
του και τα κριτήρια με τα οποία ταξινομεί τους νεκρούς που αναφέρει.
Παρά το γεγονός ότι το
SOHR συνδέεται στενά με την, υποστηριζόμενη από τους
αγγλοαμερικάνους, αντιπολίτευση, τα στοιχεία του συχνά αθροίζουν και τις
απώλειες των αντικαθεστωτικών πολεμιστών ( μεταξύ των οποίων συχνά
περιλαμβάνονται και γνωστοί ξένοι τρομοκράτες ) μεταξύ των αμάχων (
within its civilian casualty figures ). Αυτοί οι αναξιόπιστοι αριθμοί
χρησιμοποιούνται και από κάποιες υπηρεσίες του ΟΗΕ καθώς και από κορυφαίες οργανώσεις
ανθρώπινων δικαιωμάτων. Με τον ίδιο τρόπο, αμερικανοί και ευρωπαίοι
αξιωματούχοι αναφέρουν τον αριθμό 250 χιλιάδες για τους άμαχους που έχουν
σκοτωθεί από το «καθεστώς», που εκπροσωπεί ο πρόεδρος ΄Ασαντ. Τη μια βδομάδα,
ένας δυτικός αξιωματούχος θα πει τον αριθμό 150000 και την επόμενη 350000. Αυτό
έχει ως αποτέλεσμα ότι οι περισσότερες συστημικές πληροφορίες για τον αριθμό
των θυμάτων στη Συρία είναι μεροληπτικές και γεμάτες από μεθοδολογικές
ασυναρτησίες, και κανείς δε φαίνεται να γνωρίζει τον πραγματικό αριθμό. ΄Οσο
μεγαλύτερος είναι ο αριθμός τόσο πιο παθιασμένες οι εκκλήσεις για δυτική
στρατιωτική επέμβαση. Ακόμα και το ίδιο το Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων έχει
δηλώσει ότι οι αριθμοί που αναφέρονται από το γερουσιαστή Μακέιν και τους
παρεμφερείς δεν προκύπτουν από πουθενά. Οι
Micah Zenko και
Amelia M.
Wolf του Συμβουλίου
Εξωτερικής Πολιτικής παραδέχτηκαν το 2014 (
admitted in 2014 that ) ότι «οι περισσότεροι από τους αναφερόμενους
θανάτους στη Συρία δεν έχουν προκληθεί από τις δυνάμεις του Μπασάρ αλ-Άσαντ.»
Στο μεταξύ, δυτικά μίντια, πολιτικοί και οργανώσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων
αγνοούν συστηματικά το γεγονός ότι πάνω από 100 χιλιάδες νεκροί από το 2011
ανήκαν στις τάξεις του στρατού και των σωμάτων ασφάλειας της Συρίας, και
σκοτώθηκαν από τους αντάρτες και τρομοκράτες που στηρίζουν οι ξένοι. Αργότερα ο
Zenko πρόσθεσε ότι (
Zenko later added that ) «το είδος των επεμβάσεων υπέρ του οποίου
συνηγορούν οι υποστηρικτές τους… δεν έχει καμία σχεδόν σχέση με το πώς
πραγματικά σκοτώνονται οι άμαχοι στη Συρία.»
Ενώ λοιπόν η Συριακή Σύγκρουση είναι μια μπερδεμένη και
τραγική ιστορία, όπου η ωμότητα και η βία διαποτίζουν κάθε πτυχή της
σύγκρουσης, δεν πρέπει να μας διαφύγει πώς ακριβώς αυτή η εύστοχη και αδιάκοπη
δυτική καμπάνια παραπληροφόρησης κουμπώνει τέλεια με τη δυτική πολιτική της
αλλαγής καθεστώτος, όπως εκφράζεται στο ρητορικό αίτημα: «ο ‘Ασαντ πρέπει να
φύγει». Επ΄αυτού, ο John Glaser
του Antiwar.com επισημαίνει τα εξής:
«Για τις ΗΠΑ, ο κοινός πολιτικός ισχυρισμός για το ποια
πολιτική θα απαλύνει τα δεινά του συριακού λαού είναι ότι πρέπει να στηριχτούν
οι αντικαθεστωτικοί να υποσκάψουν το καθεστώς του Άσαντ. Αυτό είναι αυτόχρημα
γελοίο αν κοιτάξουμε τα δεδομένα».
Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι το Συριακό Παρατηρητήριο ( SOHR ) χρηματοδοτείται
απευθείας από την ΕΕ και υποστηρίζεται με ουσιαστικό τρόπο από το βρετανικό
Φόρεϊν Όφις, δηλαδή δύο διεθνείς παράγοντες που πασχίζουν δραστικά να
ανατρέψουν την κυβέρνηση στη Συρία μέσω μισθοφόρων ανταρτών. Στην καλύτερη των
περιπτώσεων αυτό θα χαρακτηριζόταν σύγκρουση συμφερόντων. Το SOHR είναι κάθε άλλο παρά «αμερόληπτο»
και το πιο πιθανό είναι ότι χρησιμοποιείται ως εργαλείο για τη δημιουργία της
συναίνεσης για ανθρωπιστική στρατιωτική επέμβαση στη Συρία.»
Το ψηφιακό μάρκετινγκ
των επεμβάσεων
Λένε ότι ο δρόμος προς την τυραννία είναι στρωμένος με καλές
προθέσεις. Αυτό το παλιό γνωμικό δε θα μπορούσε να είναι αληθινότερο σήμερα,
παρά τα φαινομενικά θαυμάσια ιντερνετικά εργαλεία μας και τις δικτυακές
«ακτιβιστικές» πλατφόρμες μας.
Ένα κομβικό στάδιο σε κάθε επιχείρηση για την αλλαγή συνόρων
και το στήσιμο νέας κρατικής οντότητας, όπως και σε κάθε ανθρωπιστική επέμβαση,
είναι η «Ζώνη Απαγόρευσης Πτήσεων», ο αποκλεισμός του εναέριου χώρου. Το
«εργαλείο» αυτό έγινε πασίγνωστο στον πόλεμο του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία, στους
αμερικανικούς πολέμους στον Κόλπο και αργότερα στον πόλεμο του ΝΑΤΟ στη Λιβύη.
Σε κάθε εγχείρημα επέμβασης, ο αποκλεισμός του εναέριου χώρου είναι ουσιώδης
κίνηση που επιτρέπει να επιβάλεις τους όρους σου. Έκτοτε ο όρος έχει αποκτήσει
μια κάποια ελαστικότητα και έχει εμπλουτιστεί έντεχνα ώστε να γίνει αυτό που
σήμερα αποκαλείται «Ασφαλής Ζώνη». Η όλη ιδέα θέλει να δηλώσει ότι ασφαλίζοντας
τον εναέριο χώρο με δυτικές αεροπορικές δυνάμεις, οι άνθρωποι στο έδαφος θα
είναι «ασφαλείς».
Ωστόσο η ιδέα συνεχίζει να μην πουλιέται εύκολα και
σκοντάφτει στους αρνητικούς συνειρμούς που συνδέονται με τις προηγούμενες
αντιδημοφιλείς επεμβάσεις κατά τους δυτικούς επιθετικούς πολέμους. Η νέα
τεχνολογία καλείται να ανασυσκευάσει και να βγάλει ξανά στην αγορά αυτό το
κακοπαθημένο μπραντ νέιμ. Το ίντερνετ και η κοινωνική δικτύωση έχουν προσφέρει
ακριβώς αυτή τη δυνατότητα, καθώς βλέπουμε τα τελευταία χρόνια να έχουν
φυτρώσει μυριάδες ιστότοποι που ασχολούνται με τη συλλογή υπογραφών ονλάιν.
O πιο
προβεβλημένος είναι η
Avaaz.
org, που ιδρύθηκε το 2007 από
το
Res
Publica (
was co-founded in 2007 ) και το
moveon.
org, και που ανάμεσα στους χορηγούς τους
περιλαμβάνεται το ΄Ιδρυμα
Open Society
του Τζορτζ Σόρος. Βασικά ιδρυτικά μέλη και παράγοντες της
Avaaz είναι οι
Tom
Perriello, Ricken Patel, Tom Pravda, Jeremy Heimans, David Madden, Eli Pariser και Andrea Woodhouse, καθένας από τους οποίους διατηρεί ενεργές σχέσεις με τον ΟΗΕ και τη Διεθνή Τράπεζα και
βρίσκεται σε συντονισμό με οργανισμούς υπό αμερικανικό έλεγχο, όπως το
Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και το Συμβούλιο Ανθρώπινων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ (coordinate with US-controlled institutions ).
Όπως
γράφει ο ιστότοπός της (According to the Avaaz website ), η αποστολή της Avaaz είναι να «οργανώνει
πολίτες όλων των χωρών ώστε να κλείσει ο χάσμα ανάμεσα στον κόσμο που έχουμε
και σε κείνον που όλοι θέλουμε.» Η μη κερδοσκοπική Avaaz συνεργάζεται στενά με τον
κερδοσκοπικό της κλάδο, την εταιρεία δημόσιων σχέσεων Purpose (Purpose ), με έδρα τη Νέα Υόρκη, η οποία αυτοχαρακτηρίζεται «υπερήφανο
επιχειρηματικό συγκρότημα κοινής ωφέλειας.» Είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι,
κατά δική τους παραδοχή, αυτοί οι οργανισμοί δεν προορίζονται να είναι αμιγώς
αλτρουϊστικοί αλλά μάλλον επιχειρηματικοί. Στο άρθρο της με τίτλο «Η ΄Ανοδος
του Κινηματικού Επιχειρηματία και η Επίδρασή του στο Μπίζνες» (The Rise of the Movement Entrepreneur and its Impact on Business, In her article entitled ) ,
η συγγραφέας ΄Αλισον Γκόλντμπεργκ εξηγεί τη «μεγάλη ιδέα» που χρησιμεύει ως
περιτύλιγμα που τους δίνει «διαβατήριο» για τις δικής τους επιλογής κοινωνικές
παρεμβάσεις:
«Η εξάπλωση της νέας επικοινωνιακής τεχνολογίας έχει
μειώσει δραστικά τα εμπόδια για τη δημιουργία κινημάτων, προσφέροντας
εναλλακτικές μορφές οργάνωσης αντί για τους κατεστημένους οργανισμούς, που ως
τώρα θεωρούνταν μονόδρομος για την επίτευξη μεταρρυθμίσεων. Αντί να εξαρτώνται
από κρατικούς ή άλλους κατεστημένους οργανισμούς, συχνά καθηλωμένους από το
βάρος της γραφειοκρατίας, οι επιχειρηματίες χρησιμοποιούν τη δύναμη των μέσων
κοινωνικής δικτύωσης για να κινητοποιούν τον κόσμο υπέρ μεγάλης κλίμακας
αλλαγών. Το αποτέλεσμα είναι ότι έχουν αναδυθεί οργανώσεις όπως η Avaaz, που αυτοπροσδιορίζεται
ως «παγκόσμια αγωνιστική κοινότητα, που φέρνει την πολιτική της δύναμης των
ανθρώπων στα κέντρα των αποφάσεων.» Σήμερα η Avaaz δηλώνει
με περηφάνια επτά εκατομμύρια μέλη σ΄όλο τον κόσμο.
Avaaz
και Purpose μαζί δημιουργούν τη γλώσσα και χτίζουν εργαλεία διαδικτυακής
συναίνεσης. Ενώ συντηρούν την
ψευδαίσθηση ότι έχουμε να κάνουμε με απλούς ακτιβιστές που αγωνίζονται για
ανθρώπινα δικαιώματα, η ουσιώδης λειτουργία των εκστρατειών δημόσιων σχέσεων
που επιχειρούν, είναι η επίτευξη προκαθορισμένου αποτελέσματος, μ΄άλλα λόγια να
συμβάλλουν στην ποδηγέτηση της κοινής γνώμης ώστε να παρασχεθεί το πρόσχημα σε
πολυεθνικούς οργανισμούς σαν το ΔΝΤ και το ΝΑΤΟ να επιβάλουν οικονομικές
κυρώσεις ή να κάνουν στρατιωτικές επεμβάσεις.
Το 2012 και 2013, η Avaaz επιχείρησε μια σειρά από καμπάνιες
συλλογής υπογραφών στις οποίες ζητούσε από διεθνείς οργανισμούς ( όπως ο ΟΗΕ ) να «στείλουν 3000 διεθνείς
παρατηρητές» στη Συρία, και από δυτικούς στρατιωτικούς οργανισμούς ( όπως το ΝΑΤΟ
) να επιβάλουν «Ζώνη Απαγόρευσης Πτήσεων» πάνω από ολόκληρη τη χώρα, για να
σώσουν «ζωές αθώων». Μία απ΄αυτές τις εκκλήσεις έγραφε τα εξής:
«Προς τον Αραβικό Σύνδεσμο, την Ευρωπαϊκή ΄Ενωση, τις
Ηνωμένες Πολιτείες και τους Φίλους της Συρίας: ως πολίτες του κόσμου, σας
καλούμε να αναλάβετε δράση αμέσως για να σταματήσει η θανάσιμη τρομοκρατία στη
Συρία. Τα πράγματα έχουν φτάσει στο απροχώρητο. Σας καλούμε να ζητήσετε αμέσως
κατάπαυση του πυρός για να πάψει η αιματοχυσία και τα εμπόλεμα μέρη να
οδηγηθούν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να συμφωνήσουν για την παραπέρα
πορεία. Μέχρι να επιτευχθεί η κατάπαυση του πυρός, σας καλούμε να συνεργαστείτε
μεταξύ σας και με τη διεθνή κοινότητα ώστε να επιβάλετε ζώνη απαγόρευσης
πτήσεων, για να σταματήσει ο βομβαρδισμός αμάχων και να εξασφαλιστεί ότι η
ανθρωπιστική βοήθεια θα φτάνει σε κείνους που τη χρειάζονται περισσότερο.»
Εδώ λοιπόν έχουμε να κάνουμε με μία ακόμα καμπάνια δημόσιων
σχέσεων Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης που καθρεφτίζει πιστά βασικές ιδέες
εξωτερικής πολιτικής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και της στρατιωτικής «κοινότητας»
της Ουάσινγκτον.
Στον ιστότοπο της Avaaz διαβάζουμε συχνά κάποιους εντυπωσιακούς ισχυρισμούς. Κατά
τη διάρκεια της καμπάνιας για αποκλεισμό του εναέριου χώρου, εμφανίστηκε ο
παρακάτω ισχυρισμός:
«Η συριακή αεροπορία χτύπησε πριν από λίγο παιδιά με βόμβες
αερίων χλωρίου. Τα κορμάκια τους αγωνιούσαν για λίγο αέρα σε ράντζα νοσοκομείων
καθώς γιατροί και νοσηλευτές προσπαθούσαν να συγκρατήσουν τα δάκρυά τους,
βλέποντάς τα να πεθαίνουν από ασφυξία».
Ο Ρικ Στέρλινγκ εξηγεί:
«Πολλοί καλοπροαίρετοι αλλά αφελείς άνθρωποι σε διάφορες
χώρες του κόσμου παραπλανήθηκαν ξανά και υπέγραψαν μια έκκληση βασισμένη σε
απάτη και παραπληροφόρηση. Αν η έκκληση πετύχει να οδηγήσει σε «Ζώνη
Απαγόρευσης Πτήσεων» στη Συρία, το αποτέλεσμα θα είναι ένταση του πολέμου, της
καταστροφής και της αιματοχυσίας.» (
http://dissidentvoice.org/2015/04/seven-steps-of-highly-effective-manipulators/
)
Το παρακάτω σχεδιάγραμμα δείχνει σε αδρές γραμμές την
ακολουθία των γεγονότων που οδήγησαν τελικά στην έκκληση της Avaaz για Ζώνη Απαγόρευσης Πτήσεων στη
Συρία.
1) ΄Αγνωστη ΠΗΓΗ θέλει στρατιωτική επέμβαση στη Συρία
2) Η εταιρεία Purpose υπογράφει συμβόλαιο για να
δημιουργήσει «κίνημα» για τη Συρία
3) Η PURPOSE «εκκολάπτει» την Καμπάνια για τη Συρία
4) Η Καμπάνια για τη Συρία επινοεί και κατοχυρώνει το
αναγνωρίσιμη ονομασία “White Helmets”
5) Οι White Helmets
κάνουν έκκληση για δημιουργία Ζώνης Απαγόρευσης Πτήσεων
6) Οι White Helmets
προωθούνται και διαφημίζονται συστηματικά από τον Κρίστοφ στους Τάιμς της Νέας
Υόρκης και αλλού
7) Η Avaaz
εγκαινιάζει την εκστρατεία για αποκλεισμό του εναέριου χώρου της Συρίας
Μια από τις οργανώσεις που πρωτοστατούν στις διαφημιστικές
εκστρατείας της
Avaaz (
Avaaz marketing campaigns ) είναι μια «ουδέτερη οργάνωση», με το όνομα
Συριακή Πολιτική ΄Αμυνα, γνωστή και ως Λευκά Κράνη (
White Helmets ).
H
συγγραφέας
Vanessa Beeley,
σε ένα άρθρο της με τίτλο «Τα Λευκά Κράνη της Συρίας: Πόλεμος δια της
Εξαπάτησης – Μέρος Ι» (
War by Way of Deception – Part I ), παρουσιάζει τις «οικείες» πηγές
χρηματοδότησης. Γράφει: «Τα Λευκά Κράνη ιδρύθηκαν το Μάρτιο του 2013 στην
Κωνσταντινούπολη και διευθύνονται από τον
James Le Mesurier, βρετανό ειδικό σε θέματα «ασφάλειας» και «πρώην»
αξιωματικό της βρετανικής στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών. Ο άνθρωπος αυτός
έχει να επιδείξει ένα σημαντικό «βιογραφικό» στα πιο αμφιλεγόμενα θέατρα
επεμβάσεων του ΝΑΤΟ, από τη Βοσνία και το Κόσοβο ως το Ιράκ, το Λίβανο και την
Παλαιστίνη. Ο
Le Mesurier είναι προϊόν της
κορυφαίου επιπέδου Βασιλικής Στρατιωτικής Ακαδημίας στο Σάντχερστ της Βρετανίας
και έχει υπηρετήσει σε υψηλόβαθμα πόστα στα Ηνωμένα ΄Εθνη, στην Ευρωπαϊκή
΄Ενωση και στο βρετανικό υπουργείο Εξωτερικών. Η πηγή του αρχικού
κεφαλαίου της Λευκά Κράνη - 300 χιλιάδες δολάρια – είναι κάπως ασαφής και
οι σχετικές πληροφορίες αντιφατικές αλλά μεταγενέστερη έρευνα μας οδηγεί στο
συμπέρασμα ότι έχει διασύνδεση με το Ηνωμένο Βασίλειο, τις Ηνωμένες Πολιτείες
και τη «Συριακή αντιπολίτευση» ( το Συριακό Εθνικό Συμβούλιο, σκιώδης παράλληλη
κυβέρνηση που στηρίζεται και χρηματοδοτείται από τους αγγλοαμερικανούς και τους
συμμάχους τους ). ‘Έχουν λάβει επιμελητειακή υποστήριξη από την τουρκική
επίλεκτη ομάδα αντιμετώπισης φυσικών καταστροφών, την γνωστή με τα αρχικά
AKUT. Το 2013 εισέρευσαν στα
ταμεία της Λευκά Κράνη άλλα 13 εκατ.
δολάρια, και από δω το πράγμα αρχίζει να γίνεται ενδιαφέρον. Κάποιες
πρώτες πληροφορίες λένε ότι αυτές οι «χορηγίες» προήλθαν από τις ΗΠΑ, τη
Βρετανία και το Συριακό Εθνικό Συμβούλιο, γνωστό για τις προαναφερθείσες
διασυνδέσεις του με τον Τζορτζ Σόρος στις ΗΠΑ. Στο μεταξύ, μεταγενέστερες
έρευνες αποκαλύπτουν ότι μεγαλομέτοχος στην οργάνωση Λευκά Κράνη είναι η
Αμερικανική Υπηρεσία Διεθνούς Ανάπτυξης ( γνωστή με τα αρχικά
USAID ). Σύμφωνα με την ιστοσελίδα της
USAID, «η δράση μας
υποστηρίζει τη μακροπρόθεσμη και δίκαιη οικονομική ανάπτυξη και προωθεί τους
στόχους της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής μέσω της ενίσχυσης της
οικονομικής ανάπτυξης, της γεωργίας και του εμπορίου, της υγείας σε όλο τον
κόσμο, της δημοκρατίας, της πρόληψης των συγκρούσεων και της ανθρωπιστικής
βοήθειας.» Σε μια ενημερωτική έκθεση τον Ιούλιο του 2015 αναφέρεται ρητά ότι η
USAID πρόσφερε πάνω από 16
εκατ. δολάρια χορηγία στην Λευκά Κράνη.
Για το ίδιο θέμα, η Beeley προσθέτει:
«Η δράση και ο ρόλος της USAID ως βασικού οργάνου της αμερικανικής
κυβέρνησης και της CIA
που διευκολύνει την αλλαγή καθεστώτων, είναι τεκμηριωμένη εκτενώς. Από τη Νότια
Αφρική στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, η USAID παίζει έναν κακόβουλο και άκρως
καταστροφικό ρόλο στην υπονόμευση κυρίαρχων κρατών και τη μετατροπή τους σε
υποτελείς της Δύσης. Όλα αυτά, όπως πάντα, στο όνομα της ελευθερίας και της
δημοκρατίας.»
Ακόμα πιο σημαντικά επί του
προκειμένου είναι τα στοιχεία που συνδέουν τα Λευκά Κράνη (
links the White Helmets ) με τις ένοπλες ομάδες στη Συρία,
συμπεριλαμβανομένης της Αλ Νούσρα ( Αλ Κάιντα στη Συρία ). Ενώ αυτό δεν
αποδεικνύει τίποτα περισσότερο από μια σύνδεση ανάμεσα σε μέλη των δύο
οργανώσεων, γίνεται σημαντικό όταν λάβουμε υπ΄όψη μας ότι και οι δύο
υποστηρίζονται με χρήματα και υλικό από τα ίδια κράτη-μέλη της αμερικανοκεντρικής
συμμαχίας (
the same member nations ).
Γεωπολιτική Ορθότητα
Από κάθε πρακτική άποψη, τα «ανθρώπινα δικαιώματα» ως ηθική
αρχή αντιπροσωπεύουν μια ανωμαλία σε όλες τις δυτικές στρατιωτικές δράσεις. Το
πώς οργανώνει κανείς μια αφήγηση καθορίζει και τη θέση του. Τον 21
ο
αιώνα, η έννοια των ανθρώπινων δικαιωμάτων έχει μετατραπεί σε όπλο που
στρέφεται εναντίον αδέσμευτων και ανεξάρτητων κρατών, τα οποία θεωρούνται
εμπόδια στα σχέδια των αμερικανο-ευρωπαίων οργανωτών της παγκόσμιας αγοράς και
των «κατασκευαστών» καινούργιων κρατών. Κάποια κράτη-στόχοι που δεν είναι
γεωπολιτικά ευθυγραμμισμένα με τις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ ή τις Πετρομοναρχίες του
Κόλπου, πρέπει να απορροφηθούν, να παγιδευτούν, να κατακτηθούν ή, όπως στην
περίπτωση της Λιβύης, να γκρεμιστούν τελείως, ή όπως η Συρία, να διαμελιστούν.
Ανάμεσά τους περιλαμβάνονται τα κράτη που αναφέρθηκαν από τον πρώην αμερικανό
στρατηγό και ανώτατο διοικητή του ΝΑΤΟ, Γουέσλι Κλαρκ, στην ομιλία του στο
Commonwealth Club, στο Σαν Φραντσίσκο το 2007 (
in his Commonwealth Club speech ). Στη διάρκεια της εκδήλωσης, ο Κλαρκ
αποκάλυψε κάποια σημεία από μια διαβαθμισμένη ενημέρωση που είχε. Σύμφωνα
μ΄αυτά, μερικές βδομάδες μετά την 11
η Σεπτεμβρίου, μια πηγή από το
Πεντάγωνο του είχε μιλήσει για το σχέδιο του Πενταγώνου να επιτεθεί το Ιράκ,
καθώς και για ένα «χτύπημα» που σχεδιαζόταν από τον Ντικ Τσένι, τον Ντόναλντ
Ράμσφελντ, τον Πολ Γούλφοβιτς και άλλους πεντέξι «συνεργάτες από την ομάδα
Σχέδιο για το Νέο Αμερικανικό Αιώνα». Σύμφωνα με τον Κλαρκ, η πηγή του είχε
κάνει λόγο για επτά χώρες στις οποίες προγραμματιζόταν πολιτική ανατροπή: Ιράκ,
Συρία, Λίβανος, Λιβύη, Σομαλία, Σουδάν και Ιράν.
Εδώ πρέπει να επισημάνουμε ότι τόσο ο Γουέσλι Κλαρκ όσο και
ο Τζορτζ Σόρος είναι μέλη του διαχειριστικού συμβουλίου (
serve on the board of trustees ) της Ομάδας Διεθνών Κρίσεων (
International Crisis Group
).
Για όλα αυτά τα άτυχα κράτη, μια αμερικανική ή «συμμαχική»
πολεμική εκστρατεία σημαίνει ότι μπορεί να δέχονται επίθεση 24 ώρες καθημερινά,
και η μοίρα των κατοίκων τους να μη συγκινεί στο ελάχιστο τις δυτικές
οργανώσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων, τις κυβερνήσεις ή τα μίντια. Το τέλειο
παράδειγμα είναι ο παράνομος και ακήρυκτος πόλεμος της Σαουδικής Αραβίας
εναντίον της γειτονικής Υεμένης, που ξεκίνησε την άνοιξη του 2015 (
which began in the spring of 2015 ).
Είναι αξιοσημείωτο ότι, παρά την άκρως αμφισβητήσιμη επίδοσή
του στα ανθρώπινα δικαιώματα, το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας κατάφερε να
γίνει μέλος του αξιοσέβαστου Συμβουλίου Ανθρώπινων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ (
UNHRC ). Τα υπάρχοντα
στοιχεία δείχνουν ότι αυτή η «προαγωγή» διευκολύνθηκε εν μέρει από βρετανούς
αξιωματούχους στο πλαίσιο ενός ευρύτερου δούναι και λαβείν. Σύμφωνα με απόρρητα
έγγραφα του σαουδικού υπουργείου των εξωτερικών, που διέρρευσαν προς το
Wikileaks τον Ιούνιο του 2015
και μεταφράστηκαν από το Παρατηρητήριο του ΟΗΕ στη Γενεύη (
UN Watch ), αποκαλύπτεται ότι το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν
εκείνο που ξεκίνησε τις μυστικές διαπραγματεύσεις ζητώντας την υποστήριξη της
Σαουδικής Αραβίας (
asking Saudi Arabia for its support ). Τελικά και οι δύο χώρες κέρδισαν μια θέση
στο 47μελές
UNHRC. Το
παρακάτω απόσπασμα από έγγραφο του
Wikileaks αποκαλύπτει το περιεχόμενο μιας πολύ ξεκάθαρης
συμφωνίας:
«Το υπουργείο μπορεί να θεωρήσει ως ευκαιρία την παροχή
αμοιβαίας υποστήριξης προς το Ηνωμένο Βασίλειο, στο πλαίσιο της οποίας το
Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας θα υποστηρίξει την υποψηφιότητα του Ηνωμένου
Βασιλείου για μια θέση στο συμβούλιο την περίοδο 2014-2015, με αντάλλαγμα την
υποστήριξη του Ηνωμένου Βασιλείου στην υποψηφιότητα του Βασιλείου της Σαουδικής
Αραβίας.»
Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας The Guardian (
According to The Guardian ), ένα άλλο τηλεγράφημα αποκάλυψε σαουδαραβικό
έμβασμα 100 χιλιάδων δολαρίων για «δαπάνες που συνδέονται με την καμπάνια για
να προταθεί το Βασίλειο για μέλος του συμβουλίου ανθρώπινων δικαιωμάτων στην
περίοδο 2014-2016». Τη στιγμή που γράφτηκε αυτό το άρθρο, κανείς δεν ήξερε πώς
ξοδεύτηκαν αυτά τα χρήματα.
Επίσης αποκαλύφθηκε αργότερα ότι η Σαουδική Αραβία
υποσχέθηκε να δώσει 1 εκατ. δολάρια στο UNHRC πριν κερδίσει τη θέση της. Στη συνέχεια κατά παράδοξο τρόπο
( ή μήπως όχι; ), το φθινόπωρο του 2015, ο ΟΗΕ διόρισε πρόεδρο του UNHRC έναν σαουδάραβα.
Όταν ρωτήθηκε πιεστικά για το θέμα, μια εκπρόσωπος του
βρετανικού υπουργείου των εξωτερικών είπε: «Είναι πάγια τακτική για όλα τα
μέλη, να μην αποκαλύπτουμε ποτέ τον τρόπο που ψηφίζουμε ούτε ποιον προτιθέμεθα
να ψηφίσουμε.»
Για να συνεχίσει με μια επίσης πάγια και άσχετη
δημοσιοσχεσίτικη κοινοτοπία:
«Η βρετανική κυβέρνηση υποστηρίζει δραστήρια τα ανθρώπινα
δικαιώματα σ΄ολόκληρο τον κόσμο και εγείρει τις ανησυχίες της για τα ανθρώπινα
δικαιώματα ενώπιον των σαουδαραβικών αρχών.»
Ενώ είναι αξιέπαινο να θέλουν οι σαουδάραβες αξιωματούχοι να
παίξουν ηγετικό ρόλο στην υπεράσπιση των ανθρώπινων δικαιωμάτων, δεν μπορεί να
αγνοηθεί η προφανής πολιτική υποκρισία, αν λάβουμε υπ΄όψη τα άπλυτα του Ριάντ
σ΄αυτόν τον τομέα, μεταξύ των οποίων και οι πάνω από 150 αποκεφαλισμοί το 2015
(
the sanctioning of more than a 150 beheadings ) – μια επίδοση που θεωρείται ότι ξεπερνάει
και την αντίστοιχη του
ISIS.
Το ακόμα χειρότερο είναι ότι ο αμφιλεγόμενος σαουδαραβικός
διορισμός συνέπεσε με μια νέα διπλωματική αντιδικία σχετικά με μια «ζουμερή»
σύμβαση με το Ηνωμένο Βασίλειο για την κατασκευή μιας φυλακής στη Σαουδική Αραβία,
και την αναμενόμενη εκτέλεση ενός 17χρονου σιίτη σπουδαστή και ακτιβιστή, του
Αλί Μοχάμεντ αλ-Νιμρ, που καταδικάστηκε σε «θάνατο με σταύρωση», με την
κατηγορία ότι συμμετείχε σε αντικυβερνητική διαδήλωση (
joining an anti-government demonstration ).
Ας αναλογιστούμε τώρα την ένταση του πολιτικού και μιντιακού
σφυροκοπήματος ενάντια στην κυβέρνηση της Συρίας, με διάφορους εν πολλοίς
αστήρικτους ισχυρισμούς (
unfounded allegations ). Εδώ, ένα διεθνές δίκτυο που απαρτίζεται από
το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, το βρετανικό υπουργείο των εξωτερικών, το λόμπι της
λεγόμενης Ευθύνης να Προστατεύουμε, το Παρατηρητήριο Ανθρώπινων Δικαιωμάτων και
οι ανθρωπιστές φωστήρες του επεμβατισμού, όλοι αυτοί στηρίζουν την πολιτική της
αλλαγής καθεστώτος στη Συρία. Και ας κάνουμε τη σύγκριση με την αποδεδειγμένη
συμπεριφορά της Σαουδικής Αραβίας στα ανθρώπινα δικαιώματα και στην κατάχρηση
εξουσίας. Είναι ολοφάνερα τα δύο μέτρα και σταθμά.
΄Οσον αφορά το δυτικό πολιτικό κατεστημένο, οι οποιεσδήποτε
παραβιάσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων και απώλειες ανθρώπων σε οποιονδήποτε από
τους πολλούς βρώμικους πολέμους του, η γεωπολιτική ορθότητα επιτάσσει είτε να
αγνοούνται είτε να αποσιωπούνται ως ενοχλητική παρενέργεια της αμερικανικής
«εθνικής ασφάλειας» ή ως ατυχής «παράπλευρη απώλεια» στην πορεία προς τη διεθνή
πρόοδο, την ειρήνη και την ευημερία ( δημοκρατία ). Λόγω λοιπόν διασταυρώσεων
και συγκοινωνούντων δοχείων με το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ή το επιτελείο του ΝΑΤΟ, η
δημόσια πίεση ανθρωπιστικών οργανώσεων όπως το Παρατηρητήριο Ανθρώπινων
Δικαιωμάτων και η Διεθνής Αμνηστία των ΗΠΑ είναι σχετικά ανύπαρκτη.
΄Εξω από το θέατρο των πολεμικών επιχειρήσεων, η διεθνής
κοινότητα έρχεται επίσης αντιμέτωπη με το ενοχλητικό δίλημμα της παράνομης
κράτησης υποτιθέμενων «μαχητών του εχθρού», της «ενισχυμένης ανάκρισης» ( βασανιστήρια
) και των «εξωδικαστικών εκτελέσεων» ( δολοφονίες ). Αυτή είναι η πολιτικά ορθή
ορολογία την εποχή της δυτικής στρατιωτικοποίησης. Πάλι λόγω «κακής οπτικής»
στην Ουάσινγκτον, ελάχιστη είναι προσοχή που δίνεται και η πίεση που ασκείται
από εμβληματικές οργανώσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων.
Η «βιομηχανία» των ανθρώπινων δικαιωμάτων έχει και το δικό
της πολιτικά ορθό λεξικό και τις αντίστοιχες αναγνωριστικές ονομασίες, όπως
«αποστάτες», «κρατούμενοι», «ακτιβιστές» και μια νέα αναδυόμενη κατηγορία «ακτιβιστών-δημοσιογράφων».
Κάποιες φορές αυτοί οι όροι μπορεί να είναι ακριβείς, αλλά σ΄ένα θέατρο πολέμου
όπως η Συρία, συχνά είναι ευφημισμοί για ανθρώπους στρατευμένους σ΄έναν
γενικευμένο πόλεμο πληροφοριών. Στην περίπτωση της Συρίας, αυτός ο πόλεμος πληροφοριών
είναι σχεδιασμένος για να ενισχύσει την ξενοκίνητη αντιπολίτευση (
designed to embolden ) αλλά κυρίως για να ασκήσει αδιάκοπη πίεση
στο επίπεδο των δημόσιων σχέσεων με κατεύθυνση προς τον τελικό στόχο της
αλλαγής καθεστώτος.
Το «ψαλτήρι» περί
Όπλων Μαζικής Καταστροφής
Το στήσιμο μιας συνωμοσίας περί «΄Οπλων Μαζικής Καταστροφής»
( ΟΜΚ –
WMD ), για να
πυροδοτηθεί μια ανθρωπιστική επέμβαση έχει γίνει ρουτίνα στη δυτική εξωτερική
πολιτική. Το γεγονός ότι η συγκεκριμένη
αφορμή κατέρρευσε και αποδείχτηκε κολοσσιαίο ψέμα στην περίπτωση του Ιράκ το
2003, δεν εμπόδισε την Ουάσινγκτον να επαναλάβει επιθετικά την ίδια αφήγηση στη
Συρία το 2013. Ευτυχώς, η συριακή αφήγηση ΟΜΚ κατέρρευσε παταγωδώς μετά την
αποτυχημένη προβοκάτσια της επίθεσης με αέριο σαρίν, που αποδείχτηκε ότι είχε
ενορχηστρωθεί από αμερικανοκίνητους «μετριοπαθείς» αντικαθεστωτικούς (
that turned out to be orchestrated ). Και φυσικά δεν είναι συμπτωματικό ότι το
Παρατηρητήριο Ανθρώπινων Δικαιωμάτων ήταν η ΜΚΟ που είχε αναλάβει να προσφέρει
στην Ουάσινγκτον και στο Λονδίνο την «αδιάψευστη μαρτυρία» που χρειάζονταν για
ασκήσουν το «δικαίωμα να προστατεύσουν», τον Αύγουστο του 2013.
Η δημοσιογράφος Ελίζαμπεθ Πάλμερ είχε αναφέρει τότε στο ρεπορτάζ
του CBS ότι «την Τρίτη, η οργάνωση Παρατηρητήριο Ανθρώπινων
Δικαιωμάτων εξέδωσε μια έκθεση στην οποία λέει ότι τα στοιχεία δείχνουν με
μεγάλη σαφήνεια ότι στρατιώτες της συριακής κυβέρνησης χτύπησαν με ρουκέτες που
περιείχαν νευροπαραλυτικό αέριο, ένα προάστιο της Δαμασκού στις 21 Αυγούστου, τότε
που σύμφωνα με τις ΗΠΑ, σκοτώθηκαν πάνω από 1400 άνθρωποι.» Τελικά αυτό
αποδείχτηκε πως ήταν ένα ακόμα ψέμα επικών διαστάσεων.
Ενώ λοιπόν ο αμερικανοκεντρικός «Συνασπισμός» σπεύδει να
αξιοποιεί διάφορες αναληθείς αφηγήσεις ενάντια στους γεωπολιτικούς του εχθρούς,
αγνοεί συστηματικά τις πιο κοινές παραβιάσεις της Σύμβασης της Γενεύης, όπως τη
χρήση λευκού φωσφόρου στη Γάζα από το Ισραήλ, τη χρήση πυρομαχικών
απεμπλουτισμένου ουρανίου από αμερικανικές στρατιωτικές μονάδες στο Ιράκ και το
Αφγανιστάν, και τη ρίψη βομβών διασποράς από τη Σαουδική Αραβία εναντίον αμάχων
στην Υεμένη (
dropped on Yemeni civilians ).
Η δυτική
θεσμοποιημένη μεροληψία
Ο πόλεμος, συμβατικός είτε ανορθόδοξος, είναι ούτως ή άλλως
μια βρώμικη ιστορία. Ένα από τα επιχειρήματα που η δυτική βιομηχανία ανθρώπινων
δικαιωμάτων αποφεύγει επιμελώς είναι ότι μια «οπλισμένη αντιπολίτευση» δε
στέκει να χαρακτηρίζεται «πολιτική αντιπολίτευση», στο βαθμό που είναι ένοπλη.
Αυτό ισχύει σίγουρα στην περίπτωση της Συρίας. Αυτή την άποψη-δίλημμα διατύπωσε
ο σύρος πρόεδρος ΄Ασαντ σε μια συνέντευξη που έδωσε το 2015 στον κεντρικό
παρουσιαστή του
CBS News,
Τσάρλι Ρόουζ (
his 2015 interview ). Είπε δηλαδή ότι «όταν κρατάς όπλο και
σκοτώνεις ανθρώπους, καταστρέφεις δημόσια κτίρια και ιδιωτικές περιουσίες, αυτό
είναι τρομοκρατία.»
Οι αξιωματούχοι της εξωτερικής πολιτικής της Ουάσινγκτον
πολύ θα ήθελαν να είναι αλλιώς τα πράγματα, ειδικά αν η εν λόγω αντιπολίτευση
λαμβάνει όπλα, χρήμα και επιμελητειακή ενίσχυση από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους
της. Ο ΄Ασαντ εξήγησε διεξοδικότερα τη θέση τους και εξέθεσε το ψευδεπίγραφο
της δυτικής ρητορείας:
«Η λέξη αντιπολίτευση, παντού στον κόσμο,
συμπεριλαμβανομένης της χώρας σας, σημαίνει πολιτική αντιπολίτευση. ΄Εχετε
στρατιωτική αντιπολίτευση στις Ηνωμένες Πολιτείες; Θα δεχόσασταν κάτι τέτοιο;
Δεν θα το δεχόσασταν και δεν το δεχόμαστε ούτε μεις. Κανείς δεν αποδέχεται
στρατιωτική αντιπολίτευση.»
Σε μια ομιλία του στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια το 2006,
αυστραλός δημοσιογράφος και κινηματογραφιστής Τζον Πίλτζερ εξήγησε:
«Το αρχαιότερο κλισέ είναι ότι η αλήθεια είναι ο πρώτος
νεκρός του πολέμου. Διαφωνώ. Η δημοσιογραφία είναι το πρώτο θύμα. Όχι μόνο
αυτό: έχει γίνει πολεμικό όπλο, μια επιθετική λογοκρισία που περνάει
απαρατήρητη στις ΗΠΑ, τη Βρετανία και τις άλλες δημοκρατίες. Μια λογοκρισία δια
παραλείψεως, που έχει τόσο δύναμη ώστε, σε συνθήκες πολέμου, μπορεί να
διαμορφώνει τη διαφορά ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο ανθρώπων που ζουν σε
μακρινές χώρες.»
Η επισήμανση του Πίλτζερ βρίσκει εφαρμογή στη μεροληψία των
συστημικών μέσων η οποία διαπερνάει διαχρονικά τους μακρούς πολέμους στους
οποίους βρίσκονται βυθισμένες οι χώρες της Μέσης Ανατολής και της Κεντρικής
Ασίας. Μπορεί να υποστηριχτεί ότι ακόμα και αν οι δυτικές οργανώσεις ανθρώπινων
δικαιωμάτων βρουν τρόπο να αποβάλουν τη μεροληψία τους υπέρ της Ουάσινγκτον και
των πολιτικών αφηγήσεων του Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής, στην
πραγματικότητα εκείνο που χρειάζεται είναι ένας συνολικός επαναπροσδιορισμός
της έννοιας «ανθρώπινα δικαιώματα» και των πραγματικών καταστάσεων μέσα στις
οποίες αποκτούν υλική υπόσταση. Απαιτείται μια καινούργια ματιά που να λαμβάνει
υπ΄όψη τα τεχνάσματα που οι δυτικοί πολιτικοί και τα μίντια ίσως δεν μπορούν
ακόμα να παραδεχτούν.
Συμπερασματικά
Μια καμπάνια για τα «ανθρώπινα δικαιώματα» ήταν εκείνη που
οδήγησε απευθείας στον παράνομο βομβαρδισμό της Λιβύης ( οι επιθετικοί νατοϊκοί
βομβαρδισμοί στη Λιβύη δεν επιτρέπονταν από την απόφαση 1973 του Συμβουλίου
Ασφάλειας του ΟΗΕ, η οποία ζητούσε απλώς «Ζώνη Απαγόρευσης Πτήσεων». Επομένως
πρέπει να θεωρούνται παράνομοι σύμφωνα με τη διεθνή νομιμότητα,
UNSC Resolution 1973 ), όπου μόνη επιδίωξη της Δύσης ήταν η ανατροπή
της κυβέρνησης Καντάφι. Δυστυχώς, χιλιάδες αθώοι άμαχοι σκοτώθηκαν κατά τη
«διαδικασία» και το κράτος της Λιβύης κατέρρευσε και διαμελίστηκε σε τοπικές,
φυλετικές στρατιωτικές ηγεμονίες, βυθισμένες στην ανομία.
Το μάθημα της Λιβύης ήταν σκληρό. Ο κόσμος θα όφειλε να το
έχει λάβει υπόψη του αλλά δυστυχώς δεν το έκανε. Αντίθετα ο κόσμος είδε την
αμερικανίδα υπουργό των εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον, η οποία, όταν ρωτήθηκε από
το
CBS σχετικά με την
ανατροπή του λίβυου ηγέτη, το μόνο που κατάφερε, ήταν να καγχάσει και να
«αστειευτεί»: «Πήγαμε, είδαμε και πέθανε.» (
when asked during a CBS News interview ) Αυτός είναι ο νέος τόνος του ανθρωπισμού;
Η Διεθνής Αμνηστία και το HRW συστηματικά επιζητούν υποστήριξη από
διασημότητες του Χόλιγουντ και διεθνείς προσωπικότητες του θεάματος και του
ακροάματος, και δαπανούν εκατομμύρια δολάρια το χρόνο για παραγωγές ταινιών που
απεικονίζουν καταστάσεις ανά τον κόσμο σύμφωνα με τη δική τους οπτική γωνία.
Μέχρι σήμερα δεν έχουν κάνει καμία ταινία που να δείχνει τη δυσάρεστη όψη της
«αντικαθεστωτικής εξέγερσης» στη Συρία. Μήπως διότι κάτι τέτοιο θα υπονόμευε το
σύνολο της αμερικανονατοϊκής διεθνούς πολιτικής;
Οι δημόσιοι και ιδιώτες χορηγοί των ΜΚΟ σαν την Αμνηστία και
το HRW έχουν επενδύσει,
όχι δωρίσει, εκατοντάδες εκατομμύρια συνολικά σ΄αυτές τις οργανώσεις ακριβώς
για να μπορούν να απεικονίζουν τα γεγονότα ανά τον κόσμο με τρόπο που να
διευκολύνει την επιτυχία των επιχειρηματικών στόχων και προσδοκιών τους.
Ανεξαρτήτως του πόσο ιδεαλιστική μπορεί να ηχεί η ρητορεία των πρωτοκλασάτων
οργανώσεων ανθρώπινων δικαιωμάτων, η ροή του χρήματος θα μπορούσε να κοπεί αν
αυτές δε συνεχίσουν να κατασκευάζουν τη συναίνεση για πόλεμο.
Αυτή η κατάσταση αναδεικνύει επίσης το ερώτημα κατά πόσο μια
ΜΚΟ που αγωνίζεται για τα ανθρώπινα δικαιώματα, μπορεί να παραμένει απολίτικη –
όπως διατείνονται πολλές απ΄αυτές. Τι θα συνέβαινε αν μια τέτοια οργάνωση
τολμούσε να υιοθετήσει μια αληθινά δίκαιη γεωπολιτική ( όχι πολιτική ) στάση,
συνηγορώντας υπέρ της αντίθεσης στην καταστροφική ιμπεριαλιστική πολιτική της
Δύσης; Μήπως ενδεχομένως οι δυτικές κυβερνήσεις θα έσπευδαν να της αφαιρέσουν
τη φορολογική ασυλία που επιτρέπει σ΄αυτές τις φιλανθρωπικές οργανώσεις να
διατηρούν τη βιωσιμότητά τους ως μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί;
Αν οι συγκρούσεις συμφερόντων και τα συγκοινωνούντα αγγεία
μεταξύ κυβερνήσεων και φιλανθρωπικών οργανώσεων δεν διευθετηθούν με σωστό
τρόπο, διακυβεύεται η αξιοπιστία και η ακεραιότητα ολόκληρου του τομέα των ΜΚΟ
διεθνώς. Η διαφθορά στην κορυφή του πυρήνα απειλεί να τραυματίσει αναρίθμητες
μικρές ή μεσαίες ΜΚΟ, που δεν έχουν πρόσβαση στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ ή το
Χόλιγουντ αλλά δεν παύουν να προσφέρουν σημαντικές υπηρεσίες και να εργάζονται
σε προγράμματα ουσιαστικής βοήθειας στους πολίτες.
Είναι απλώς απαράδεκτο, σύμφωνα με κάθε κοινωνικό μέτρο,
οργανώσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων να συντονίζουν το βηματισμό τους με το Στέιτ
Ντιπάρτμεντ ή να προσλαμβάνουν ως μέλη της διοίκησης στρατιωτικούς και ανώτατα
στελέχη επιχειρήσεων.
Αν η διεθνής κοινότητα είναι να προχωρήσει πέρα από τα
ξοφλημένα νέο-αποικιακά υποδείγματα, θα χρειαστεί να θέσει τη συμπόνια πάνω από
την πολιτική και την ανθρωπιά πάνω από τα κέρδη. Μόνο τότε η ρητορεία θα
ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα..